Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

ΤΑ ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΗ ΑΝΘΡΩΠΑΡΙΑ


ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΟ, «ΧΥΜΑ ΣΤΑΦ», 
ΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ 2:30 ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ 28ης ΜΑΡΤΗ 2013 
(ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΞΑΛΑΦΡΩΣΩ ΛΙΓΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΟ ΜΟΥ) 
ΚΑΙ ΕΥΘΥΣ ΑΝΑΡΤΗΜΕΝΟ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΕ ΤΟΥΤΗ ΔΩ ΤΗ ΓΩΝΙΑ ΜΟΥ, 
ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ.

…………………………………………………………
ΠΑΝΟΣ ΠΙΛΑΤΟΣ
Τα Σκωληκοειδή Ανθρωπάρια   
…………………………………………………………


Σήμερα συνδιαλλάχτηκα με ένα ποταπό δίποδο.

Ανήκει σε εκείνο το μεταλλαγμένο, επηρμένο είδος, που ευδοκιμεί στην κωλοκατάσταση που βιώνει ο τόπος, γι’ αυτό, εξ ορισμού, είναι ζων περίττωμα.

Μια κουράδα με φιλοδοξίες μαργαριταριού. 

Υπάρχουν, που λες, κάτι κωλόπαιδα, που κάνουν το κομμάτι τους με τα φράγκα του μπαμπά, και ναι, αυτό θα μου υπενθυμίσεις είναι κλάσικ, πάντα συνέβαινε.

Συμφωνώ, μόνο που αυτή την εποχή, έχουν καταφέρει να διαμορφώσουν τα συμβάντα ακόμη πιο πολύ προς το συμφέρον τους και βρίσκουν στη φτώχεια τη δική μας το πάτημα να μας τρίψουν τους όρχεις τους στη μούρη μας.

Θέλουν να τους κάνει ο κοσμάκης και τσιμπούκια.

Κι εσύ, κι εκείνος, κι ο άλλος, το κάνετε, ηλίθιοι.

Το συγκεκριμένο σκατό, έχει έξι-εφτά σπίτια, τρία-τέσσερα πανάκριβα αυτοκίνητα, διαφορετικό χαζόμουνο να χαριεντίζεται κάθε εβδομάδα, και τον πατέρα από κοντά, μη του λείψει τίποτα, του πουθενά του.

Το μυαλό του υπολειτουργεί, σε συνθήκες κλινικά νεκρού.

Δεν έχει γνώσεις, δεν έχει ευρύτητα -δεν ξέρει πιθανώς ούτε τη λέξη.

Μονάχα αμάξια, χαζόμουνα, δήθεν μπίζνες, κοκό και υφάκι ρε πούστη μου. Υφάκι του τύπου «ρε μη μιλάς, ξέρεις ποιος είμαι γω;».

ΜΙΑ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ…
Όσες και όσοι με παρακολουθείτε όλα αυτά τα χρόνια που χαροπαλεύω με τους στίχους μου, τις μουσικές μου, τα βιβλία μου και τα τοιαύτα, γνωρίζεται στο περίπου την οπτική μου και τις επιλογές μου στις εκφραστικές μου οδούς.

Όταν γράφω στίχο, είτε θα βυθιστώ σε κάτι σαν ποίηση, είτε θα εγερθώ ως παρακινητής δράσης.

Όταν γράφω κείμενο, αποτυπώνω τη μύχια γνώση μου ως Μύστης, και τη δραματικότητα του βιώματος.

Τις φορές εκείνες που θέλησα να καταθέσω νέτα σκέτα, «πεζοδρομιακά», τον θυμό μου ή την αποστροφή μου για ένα τεκταινόμενο που δεν γουστάρω να το εμπλέξω στην Τέχνη μου, χρησιμοποίησα στήλες ή σελίδες σε περιοδικά, με την ιδιότητα του δημοσιογράφου.

Επειδή, όμως, εδώ και κάμποσο καιρό η δημοσιογραφία στο αποκαΐδι αυτό που λέμε «χώρα» τον παίρνει από όλες τις τρύπες και απέχω, θα κάμω μια εξαίρεση και θα τοποθετηθώ επιτόπια, να μου φύγει ο βραχνάς.
ΤΕΛΟΣ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗΣ…

Το προαναφερθέν προνομιούχο, λοβοτομημένο σκατό, λοιπόν, μπλέχτηκε στα πόδια μου με παράλογες απαιτήσεις, που δεν ευσταθούν απ’ όπου κι αν τις κοιτάξεις.

Εβρισκόμενος σε μια περίοδο όπου αναθρώσκω, εργαζόμενος σκληρά να επανέλθω εκεί και όπως εγώ οραματίζομαι να επανέλθω, έχω γίνει ακόμα περισσότερο κτητικός με την φωλιά μου και την περιοχή μου.
Πάντα εξοργιζόμουν όταν ένας εισβολέας διατάραζε το αποκούμπι μου, και είναι για μένα λόγος να σου κόψω το λαρύγγι έτσι και το πράξεις.

Το «αυτόν τον χώρο που διάλεξα για να ζήσω μη μου τον συμπιέζεται άλλο», που έγραψε κάποτε ο Άρτογκ, αποτελεί καίριο στοιχείο στην κοσμοθεωρία μου.

Και τούτο το απολειφάδι το έκανε δια της πλαγίας οδού και –αυτό με εξόργισε πιο πολύ- με ΥΦΟΣ!

Του λέω: «Από πότε έγινες νταβατζής μου ρε χαμένε;».
Μου λέει: «Νιανιανιανιανια, κ.λπ., και ακούς τι σου λέω;».
Του απαντάω (δια τηλεφώνου αυτά, γιατί αν τον είχα μπροστά μου, τώρα θα τον ετοιμάζανε για του Ζωγράφου, έκτο μνήμα αριστερά από το εκκλησάκι): «Όχι, εσύ να με ακούσεις… Φλώρε, άντε και γ@μήσου».

Και τελειώνω αυτό το ανούσιο… επί της ουσίας κείμενο με αυτό…

Ακούστε, το θέμα δεν έχει να κάνει με το ποιος είμαι και με το ποιος είναι αυτός. Ούτε με τις λεπτομέρειες της αντιπαράθεσής μας. Το θέμα είναι ότι κάτι τέτοια αρχιδάκια έκαναν τη χώρα πουτάνα της Ευρώπης και, σε καθημερινό επίπεδο, εκεί που ζεις, κινείσαι και εργάζεσαι, οι όμοιοί τους θέλουν να είσαι επίσης το δικό τους πουτανάκι.

Σήκωσε γαμώ την κοινωνία μου λίγο κεφάλι. Μην καταντάς ρωμιός. Πες τους: «Άντε γ@μηθείτε». Εν ανάγκη, κάντο τους κιόλας. Ξέσκισέ τους την χοάνη που τους πέταγε. Δεν χρωστάς σε κανέναν από αυτούς.

Κάνε ένα καλό για τη ψυχή σου πάνω απ’ όλα. Μην τους επιτρέπεις να κραδαίνουν άλλο την ψευδαίσθηση της Εξουσίας που στην πλάτη σου, μονάχοι τους χαράξανε, με τα σκουριασμένα ξυράφια που σου πουλάνε για να αυτοχειρήσεις.

…………………………………………